μανα, μητερα, μαμα, μανουλα, μαης και θεριστής
- Λευτεράκη τι κάνεις;
- καλά, να εδώ.
- απορροφημένο σε βρίσκω, που ταξιδεύει ο νους σου;
- πουθενά, εδώ γύρω
- διαβάζεις;
- ναι, λέω να σου μοιάσω
- και τι διαβάζεις αν επιτρέπεται;
- επιτρέπεται ξεεπιτρέπεται, θα σου πω μπας και με αφήσεις στην ησυχία μου.
Διαβάζω ένα ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη, το Ξεπροβόδισμα.
- μάλιστα και Καρυωτάκη ο νεαρός, μήπως θες και θάλασσα;;;
- 'οφου, αρχίσαμε τα χαριτωμένα
- όχι βρε, εννοώ, μήπως θες να πάμε για μπάνιο στην θάλασσα;
- όχι δεν θέλω
- κοίτα, εγώ το είπα γιατί σήμερα η μέρα ήταν , πως να το πω, ήταν φορτισμένη.
Στίς 12 του προηγούμενου μήνα έγινες δυο χρονών, και σήμερα γνώρισες την μητέρα σου, την Ραίσα.
Χάρηκες;
- άκου λοιπόν:
— Ἀγάπη μου, ἤσουνα παιδί· παιδί μου, εἶσαι ἄντρας τώρα·
σῦρε, ἀκριβέ μου, στὸ καλό, μὴ σὲ προφτάσει ἡ μπόρα.
— Μάνα μου, κοίτα, ἐνύχτωσε· πῶς νὰ κινήσω; βρέχει·
μάνα, μιὰ θλίψη μὲ κρατεῖ καὶ μία τρομάρα μ᾿ ἔχει.
— Παιδί μου, ὅλοι θὰ φύγουνε· κι ἂν μείνεις τελευταῖος;
σῦρε· καὶ πάντα νά ῾σαι ὄρθιος καὶ πάντα νά ῾σαι ὡραῖος.
— Μάνα, ὁ χειμῶνας ρυάζεται κ᾿ ἡ νύχτα ἀγκομαχάει·
μὲ δένει, μάνα, μιὰ ντροπή, κ᾿ ἕνας καημὸς μὲ πάει.
— Βλέπε, παιδί μου, πάντα ὀμπρός. Τὸ χτὲς μὴ σὲ πικραίνει.
Τώρα ἡ ζωὴ σὰν ἄλογο στὴν πόρτα σὲ προσμένει.
— Μάνα, οἱ ἄνεμοι ρίξανε τοῦ δρόμου τὸ πλατάνι·
μὲ τρώει, μανούλα, ἡ θύμηση, κι ὁ πόνος μὲ δαγκάνει.
— Παιδί μου, ὅλου θὰ φύγουνε· κι ἂν μείνεις τελευταῖος;
σῦρε· καὶ πάντα νά ῾σαι ὀρθὸς καὶ πάντα νά ῾σαι ὡραῖος.
— Μάνα μου, κοίτα, ἐνύχτωσε· πῶς νὰ κινήσω; βρέχει·
μάνα, μιὰ θλίψη μὲ κρατεῖ καὶ μία τρομάρα μ᾿ ἔχει.
- Ώπα ο Λευτεράκης, εκφραζετε και δια της ...ποιήσεως
- Τι νόμιζες, μόνο εσύ θα είσαι ...βλαμένο;;;
- ...........................
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου